- ἐπιπαρῆλθεν
- ἐπί-παρέρχομαιiboaor ind act 3rd sgἐπί-παρέρχομαιiboaor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιπαρέρχομαι — ἐπιπαρέρχομαι (Α) 1. προσπερνώ («ἐπιπαρῆλθεν ἐπιπολὺ παρὰ τὴν ὄχθην», Δίων Κάσσ.) 2. αστρολ. επεμβαίνω επίσης … Dictionary of Greek